Του Γιάννη Ντάσκα
Δημοσιεύουμε ολόκληρη την (μικρή) ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στους δημοσιογράφους τα μεσάνυχτα της Πέμπτης προς Παρασκευή ,μετά το τέλος της Συνόδου Κορυφής για να μπορείτε από το γραπτό κείμενο να προσέξετε και να αξιολογήσετε το τι ακριβώς είπε ,αν κάνει πίσω ή αν αντίθετα απαντά(στην τελευταία ερώτηση) ευθέως στον Σόϊμπλε «μην μας κάνεις το δάσκαλο και δείξε μας τα αποτελέσματα του προγράμματος που εφαρμόζεις 5 χρόνια ,τώρα στην Ελλάδα».
Όταν την διαβάσετε θα διαπιστώσετε ότι δεν έχει κάνει πίσω-ευτυχώς- σε τίποτα και απλά έχετε τελείως διαφορετική εικόνα και πληροφόρηση.
Εχουμε ξαναγράψει ότι οι τελευταίοι που μπορούν στην Ευρώπη να δώσουν μαθήματα στους Ελληνες είναι οι Γερμανοί.Και ως λαός και ως πολιτικές εξουσίες.Ο μεν λαός για τα εγκλήματα που έκανε,η δε εξουσία γιατί και μετά τα εγκλήματα συντηρεί δωσίλογους και διεφθαρμένους για να ΕΠΩΦΕΛΕΙΤΑΙ από τον ελληνικό πλούτο.
Προσέξτε ιδιαίτερα πως ο κ.Τσίπρας τους πετάει κατάμουτρα το σκάνδαλο του Κτηματολογίου-περιουσιολογίου και των βρόμικων καταθέσεων δις απο Ελληνες σε ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ:
Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΚΑΤΑ ΛΕΞΗ:
«Θέλω να σας ευχαριστήσω για το ενδιαφέρον σας και για την υπομονή σας.
Όπως γνωρίζετε, χθες και σήμερα, η νέα ελληνική κυβέρνηση είχε την πρώτη της παρουσία σε δυο κορυφαίους ευρωπαϊκούς θεσμούς: στο Eurogroup και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Το Άτυπο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο απασχόλησαν θέματα τρομοκρατίας και κυρίως η κρίση στην Ουκρανία. Όπως γνωρίζετε, στις τετραμερείς συνομιλίες στο Μινσκ, υπήρξε μια σημαντική εξέλιξη. Υπήρξε συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός από τις 15 Φεβρουαρίου. Είναι μια συμφωνία που δίνει μια ευκαιρία στην ειρήνη και στη συνεννόηση στην Ουκρανία.
Συζητήσαμε επίσης το θέμα της τρομοκρατίας και ομόφωνα εκφράσαμε την αλληλεγγύη μας προς το γαλλικό λαό, καταδικάζοντας τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις. Παράλληλα, εξετάσαμε μέτρα για να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο τόσο στην εκδήλωσή του όσο και στις αιτίες του, δηλαδή στη ρίζα του κακού, σεβόμενοι πάντα τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Τέλος, υπήρξε αναλυτική συζήτηση για την ΟΝΕ, στο πλαίσιο της οποίας εκλήθη ο Πρόεδρος του Eurogroup, ο κ. Dijsselbloem, ο οποίος ενημέρωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τις διαβουλεύσεις που εξελίσσονται σε σχέση με τη χώρα μας. Επανέλαβε τη δήλωσή του για τη συμφωνία που είχαμε μετά από τη συνάντησή μας σήμερα το πρωί, την οποία φαντάζομαι όλοι γνωρίζετε. Μια δήλωση που αποτελεί ένα βήμα σε θετική κατεύθυνση προκειμένου να συνεχιστούν οι διαβουλεύσεις μέχρι τη Δευτέρα, μέχρι το επόμενο τακτικό Eurogroup. Να συνεχιστούν οι διαβουλεύσεις με εποικοδομητική διάθεση προκειμένου να βρεθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση.
Τις τελευταίες ώρες, αλλά και τις προηγούμενες μέρες, διακινήθηκαν μέσα και έξω από την Ελλάδα σενάρια κρίσης και χρεοκοπίας, σε περίπτωση που η ελληνική κυβέρνηση δεν αποδεχόταν, δεν υπέγραφε, την παράταση και την ολοκλήρωση του μνημονίου. Όπως επίσης και σενάρια τρομοκρατίας και χρεοκοπίας, σε περίπτωση, που όπως και έγινε, δεν δεχόμασταν τη χθεσινοβραδινή πρόταση για το κοινό ανακοινωθέν του Eurogroup. Δεν τα υπογράψαμε. Καμία καταστροφή δεν επήλθε, όπως φαντάζομαι, αντιλαμβάνεστε. Η μετάβαση από το μνημόνιο στο νέο ελληνικό πρόγραμμα είναι πλέον το αποκλειστικό και ουσιαστικό αντικείμενο των διαβουλεύσεων καθώς και το ουσιαστικό αντικείμενο του επόμενου Eurogroup την ερχόμενη Δευτέρα.
Η Ελληνική Δημοκρατία σε αυτές τις διαβουλεύσεις προσέρχεται με καθαρές θέσεις, τις υπερασπίζεται, διεκδικεί και πείθει. Δεν εκβιάζει και δεν εκβιάζεται. Θέλω να διαβεβαιώσω τον ελληνικό λαό ότι η ελληνική αντιπροσωπεία έκανε ένα σημαντικό βήμα σε αυτή την κρίσιμη διαπραγμάτευση, η οποία συνεχίζεται όμως τις επόμενες ημέρες. Οι τεχνικές επιτροπές πιάνουν από αύριο δουλειά. Είμαστε βέβαιοι ότι οι εργασίες τους θα διευκολύνουν τη συζήτηση στο Eurogroup της ερχόμενης Δευτέρας».
Ακολουθεί το κείμενο των ερωταποκρίσεων του Πρωθυπουργού.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να μάθω αν τοποθετηθήκατε εσείς στο Συμβούλιο και αν υπήρξε κάποια αντίδραση από τους εταίρους.
Πρωθυπουργός: Βεβαίως και τοποθετήθηκα σε όλες τις φάσεις της συζήτησης και στις τρεις θεματικές. Ιδιαίτερα για το θέμα της Ελλάδας, το βασικό αντικείμενο της συζήτησης αφορούσε τις προτάσεις μας, για το πώς θα καταφέρουμε να βγούμε από αυτή την αυτοτροφοδοτούμενη κρίση. Είχα την ευκαιρία, λοιπόν, σε κλίμα εποικοδομητικό, να εξηγήσω στους εταίρους μας ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει σχέδιο την υπέρβαση αυτής της αυτοτροφοδοτούμενης κρίσης, ένα σχέδιο σαρωτικών μεταρρυθμίσεων στο κράτος, στη δημόσια διοίκηση, και κυρίως ένα σχέδιο να αντιμετωπισθούν οι παθογένειες των τελευταίων χρόνων, που δεν αντιμετωπίσθηκαν γιατί δεν υπήρχε πολιτική βούληση να αντιμετωπισθούν. Δηλαδή η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή, το λαθρεμπόριο, παρεμβάσεις οι οποίες μπορούν να αποφέρουν σημαντικά έσοδα στο δημόσιο ταμείο, αλλά και μια αίσθηση δικαιοσύνης, δικαίου, που έχει ανάγκη ο ελληνικός λαός.
Εξήγησα στους εταίρους μας ότι η Ελλάδα είχε, τα τελευταία χρόνια, ένα πρόγραμμα μιας τρομακτικής δημοσιονομικής προσαρμογής. Αυτό το πρόγραμμα επέφερε, φυσικά, το αποτέλεσμα να καλυφθούν τα τεράστια ελλείμματα και να έχουμε πλεονάσματα, όμως επέφερε ταυτόχρονα και σημαντικές ζημιές στον κοινωνικό ιστό, μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση, που έχουμε χρέος όλοι μας να αντιμετωπίσουμε. Διεύρυνε τις κοινωνικές ανισότητες και δημιούργησε ένα χρέος, το οποίο από το 120% πήγε στο 180%. Ένα χρέος μη βιώσιμο, που αν δεν το αντιμετωπίσουμε με μια κοινή απόφαση για την αναγκαία απομείωσή του, δεν θα μπορέσουμε να δώσουμε το δημοσιονομικό περιθώριο για να ξαναγυρίσει η Ελλάδα στην ανάπτυξη.
Εξήγησα στους εταίρους ότι έχουμε σχέδιο συγκεκριμένο και τεκμηριωμένο, σχέδιο που δεν διαταράσσει τους κανόνες της ΕΕ για τη δημοσιονομική ισορροπία, για τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Δεν έχουμε δηλαδή πρόθεση να διακινδυνεύσουμε να επιστρέψουμε στην εποχή των ελλειμμάτων. Και ζήτησα από τους εταίρους την εμπιστοσύνη τους να αντιμετωπίσουν την πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα όχι ως απειλή να επιστρέψουμε στα παλιά, αλλά ως ευκαιρία να γίνουν επιτέλους οι αλλαγές εκείνες που θα κατατάσσουν την Ελλάδα σαν μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα, να αντιμετωπίσουμε δηλαδή τις παθογένειες του παρελθόντος, που υπάρχουν ακριβώς επειδή δεν υπήρξε ποτέ η πολιτική βούληση για μεγάλες συγκρούσεις με συμφέροντα στην πατρίδα μας.
Νομίζω ότι η συζήτηση έγινε σε κλίμα κατανόησης, αλλά αντιλαμβάνεσθε ότι οι ουσιαστικές αποφάσεις θα ληφθούν την επόμενη Δευτέρα.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να ρωτήσω αν μετά και τις σημερινές εξελίξεις είμαστε πιο κοντά στη βασική επιδίωξη.
Πρωθυπουργός: Σήμερα φεύγουμε έχοντας κάνει κάποια σημαντικά βήματα. Δεν καλύψαμε όλη την απόσταση, αλλά σίγουρα καλύψαμε ένα σημαντικό μέρος και, κυρίως, αποδείξαμε – επαναλαμβάνω – ότι η ΕΕ είναι ένα πεδίο συγκρούσεων αλλά και συμβιβασμών. Ένα πεδίο, όπου στο τέλος της ημέρας κυριαρχεί όχι η αντίληψη των εκβιασμών, αλλά η αντίληψη της αναγκαίας συναίνεσης, προκειμένου να βρεθούν λύσεις, όταν αυτό είναι προς όφελος όλων των πλευρών.
Νομίζω ότι θα υπάρξει ουσιαστικό περιεχόμενο στις διαπραγματεύσεις και διαβουλεύσεις των επόμενων ημερών. Απεδείχθη, όμως, ότι κανείς δε θέλει να δημιουργήσει συνθήκες ρήξης και μάλιστα για να επιβεβαιώσει εμμονές ή να εξυπηρετήσει μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Αντιλαμβάνεσθε ότι το κοινό συμφέρον όλων – ιδίως όταν μιλάμε για πράγματα, τα οποία έχουν ιστορική σημασία, όπως η ενότητα της Ευρωζώνης – είναι υπεράνω τέτοιου είδους σκοπιμοτήτων. Αυτό αποδείχθηκε αυτές τις μέρες.
Βέβαια, θα είμαστε εδώ για να δούμε το ουσιαστικό περιεχόμενο της διαβούλευσης και την κατάληξή της.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρόεδρε, είπατε για μεταρρυθμίσεις. Όλο αυτόν τον καιρό και στις επαφές σας με τους ξένους ηγέτες, προφανώς και σήμερα μιλήστε για μεταρρυθμίσεις που θα έχει το νέο πρόγραμμα. Κυκλοφορεί ότι ένα μέρος των μεταρρυθμίσεων από το προηγούμενο πρόγραμμα, το μνημονιακό, θα περάσει στο νέο. Σε ποιο βαθμό μπορεί να γίνει αυτό, αν όντως γίνει; Ποιές μεταρρυθμίσεις εννοείτε και πιστεύτε ότι πρέπει να μπουν στο νέο πρόγραμμα;
Πρωθυπουργός: Για να συνεννοηθούμε, η άποψή μου είναι ότι οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στο μνημόνιο ήταν φύλλο συκής. Ποτέ δεν ετέθη ως προαπαιτούμενο, για παράδειγμα, η δημιουργία κτηματολογίου ή του περιουσιολογίου, προκειμένου να εκταμιευτεί μια δόση. Πάντοτε ετίθεντο ως προαπαιτούμενο οι περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, δηλαδή η σκληρή λιτότητα. Υπ’ αυτή την έννοια το μνημόνιο, όπως το γνωρίσαμε και μας πόνεσε και μας δημιούργησε συνθήκες καταστροφής, ξεχάστε το, δεν υπάρχει. Ούτε η τρόικα υπάρχει, ούτε το μνημόνιο, όπως το γνωρίσαμε, υπάρχει. Το φύλλο συκής που συνόδευε το μνημόνιο, οι μεταρρυθμίσεις που ποτέ δεν έγιναν, είναι ένα αντικείμενο, το οποίο θέλουμε να εξετάσουμε μαζί με τους εταίρους. Πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που εισηγήθηκαν, αλλά δεν πραγματοποιήθηκαν, θέλουμε να τις υλοποιήσουμε. Κυρίως όμως θέλουμε να προτάξουμε τις μεταρρυθμίσεις που – επαναλαμβάνω – αφορούν την αποκατάσταση ενός αισθήματος δικαίου στην ελληνική κοινωνία, διότι όλα αυτά τα χρόνια μονομερώς έπεσαν τα βάρη στη μεσαία τάξη και στα χαμηλά εισοδήματα, ενώ πολλοί εκ των συμπολιτών μας που είχαν και συνεχίζουν να έχουν υψηλά εισοδήματα και μεγάλη περιουσία, δεν πλήρωσαν το μερίδιό τους σε αυτή την καταστροφή, διότι μετέφεραν τα χρήματά τους στο εξωτερικό και διότι συνέχιζαν να φοροδιαφεύγουν και να φοροαποφεύγουν.
Βασικός προσανατολισμός των μεταρρυθμιστικών μας προσπαθειών θα είναι να δημιουργήσουμε ένα αποτελεσματικό κράτος, ώστε να αποκατασταθεί αυτή η σχέση δικαίου και, ταυτόχρονα, να μειωθούν αυτές οι δραματικές κοινωνικές ανισότητες, που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια. Και παράλληλα, με αυτό τον τρόπο, να εξοικονομήσουμε και πόρους, τους οποίους θα διαθέσουμε για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, αυτού του δραματικού φαινομένου να έχουμε συμπολίτες μας χωρίς πρόσβαση στο ηλεκτρικό, χωρίς ένα πιάτο φαγητό. Αυτό, ξέρετε, δεν είναι ζήτημα πολιτικών προτεραιοτήτων της ελληνικής κυβέρνησης, είναι δείγμα του πολιτισμού μιας χώρας και, μάλιστα, μιας ευρωπαϊκής χώρας. Και σε αυτό το ζήτημα φαντάζομαι ότι θα έχουμε την αμέριστη συμπαράσταση των εταίρων μας για την αποκατάσταση αυτών των ζημιών.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρόεδρε, ήσασταν με ηγέτες οι λαοί των οποίων υφίστανται προγράμματα αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας. Καταλαβαίνει κανείς ότι μπορεί με καχυποψία να ακούσει κάποιος τις ελληνικές απόψεις για το τέλος της λιτότητας, ιδιαίτερα όταν η οικονομία της βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση. Πώς, για παράδειγμα, άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας που υφίστανται τέτοια προγράμματα δέχονται μια ειδική αντιμετώπιση.
Πρωθυπουργός: Πρέπει να σας πω ότι πράγματι, σε όλη την Ευρώπη, υπήρξε μια κατεύθυνση πολιτικής δημοσιονομικής προσαρμογής αλλά η δημοσιονομική προσαρμογή που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα ήταν πρωτοφανής και σε μέγεθος και σε σχέση με τη χρονική διάρκεια. Συνεπώς δεν μπορεί η Ελλάδα να συγκριθεί με άλλες περιπτώσεις, με άλλες χώρες. Είναι πράγματι μια ειδική περίπτωση ως προς τη σκληρότητα των μέτρων λιτότητας, το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής και τις ζημίες που δημιούργησε στον κοινωνικό ιστό. Αυτό το αντιλαμβάνονται όλοι. Όσοι εκ των εταίρων μας θέτουν παρόμοια ζητήματα, και δεν είναι πολλοί, γιατί η συντριπτική τους πλειοψηφία αντιλαμβάνεται ότι η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα είναι μια ευκαιρία να επιστρέψει η Ευρώπη στην ατζέντα της ανάπτυξης. Όλη η Ευρώπη. Αλλά επειδή υπάρχουν πράγματι και εταίροι που βλέπουν ως πολιτικό πρόβλημα την επιτυχία της Ελλάδας, της νέας ελληνικής κυβέρνησης και της Ελλάδας, θέλω να σας πω ότι κάνουν λάθος. Πρώτον, γιατί σας είπα, η Ελλάδα ήταν μια μοναδική περίπτωση σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής. Δεύτερον, και κυριότερο, διότι δεν μπορούν να εξωτερικεύουν τις εσωτερικές τους πολιτικές σκοπιμότητες θέτοντας θέμα διακινδύνευσης της ίδιας της συνοχής της ευρωζώνης. Άλλωστε, με αυτό τον τρόπο, δεν προσφέρουν θετική συνεισφορά στο κοινό ευρωπαϊκό μας εγχείρημα. Άλλωστε, επιτρέψτε μου να σας πω ότι ανεξάρτητα από το τι θα γίνει με την Ελλάδα, τα πολιτικά τους προβλήματα στο εσωτερικό θα συνεχίσουν να τα έχουν. Είναι ανεξάρτητο αυτό από το τι θα γίνει με την Ελλάδα. Εξήγησα λοιπόν στους εταίρους ότι όλοι, μα όλοι ανεξαρτήτως, νότιοι, βόρειοι, όσοι είμαστε στην Ανατολή ή στη Δύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουμε κοινό συμφέρον από το να πετύχει η νέα ελληνική κυβέρνηση. Διότι, αν η Ελλάδα σταματήσει να απασχολεί για πολύ χρόνο ακόμη ως ειδικό θέμα τις Συνόδους Κορυφής, αν η Ελλάδα ξεπεράσει την κρίση, επιστρέψει στην ανάπτυξη, αυτό θα είναι και η αρχή του τέλους της κρίσης για το σύνολο της ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δημοσιογράφος: Προκειμένου να ξεπεραστεί το χθεσινό αδιέξοδο, το θέμα της επέκτασης έχει φύγει από το κάδρο;
Πρωθυπουργός: Από το πρώτο βράδυ της εκλογικής μας νίκης, και όλο το διάστημα μετά, και στις προγραμματικές δηλώσεις, εξήγησα ότι αυτό που έχουμε ως αντικείμενο διαπραγμάτευσης είναι ο δύσκολος συνδυασμός δυο βασικών αρχών που διέπουν την Ευρωπαϊκή Ένωση: την αρχή της αποδοχής του σεβασμού στη λαϊκή ετυμηγορία, στη δημοκρατία, στο αποτέλεσμα δηλαδή των εκλογών στην Ελλάδα, με την αρχή του σεβασμού στους κοινούς μας κανόνες. Και είπα ότι παρά το γεγονός ότι διαφωνούμε με αυτούς τους κανόνες, διαφωνούμε με τους κανόνες της σκληρής και αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, με το Σύμφωνο Σταθερότητας. Εντούτοις, είμαστε υποχρεωμένοι να τους σεβαστούμε. Διότι αποτελούν ιδρυτικούς κανόνες των Συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπ’ αυτή την έννοια, νομίζω ότι αυτός είναι ο κρίσιμος συμβιβασμός, ο κρίσιμος συνδυασμός, της τήρησης των δυο βασικών αρχών: της δημοκρατίας και των κανόνων.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρόεδρε, ξεκινήσατε στην εισήγησή σας και είπατε πως η ελληνική κυβέρνηση διεκδικεί με καθαρές θέσεις και πείθει. Ήθελα να ρωτήσω, υπάρχουν συγκεκριμένοι εταίροι οι οποίοι αυτές τις ημέρες άλλαξαν τη θέση τους σε σχέση με την Ελλάδα;
Πρωθυπουργός: Υπήρχαν πολλοί που διακινούσαν την εντύπωση ότι η Ελλάδα είναι απομονωμένη. Ότι είμαστε μόνοι εναντίον όλων. Δεν αισθάνθηκα έτσι σήμερα στη Σύνοδο Κορυφής. Αντιθέτως, πρέπει να σας πω ότι ήταν αρκετοί που πήραν το λόγο και υποστήριξαν την ανάγκη να υπάρξει κατανόηση στις ελληνικές θέσεις. Άλλωστε αυτό το διαπιστώσατε και από τις δηλώσεις ηγετών κατά την είσοδό τους στη Σύνοδο Κορυφής. Η Ελλάδα λοιπόν δεν είναι μόνη. Η Ελλάδα διαμορφώνει συμμαχίες. Η Ελλάδα σήμερα έχει φωνή, έχει άποψη, έχει πρόταση, έχει υπόσταση. Και αυτό νομίζω είναι μια σημαντική εξέλιξη σε σχέση με τη θέση που βρισκόταν η χώρα μας πριν από τις 25 Ιανουαρίου.
Δημοσιογράφος: Πιστεύετε ότι μπορεί να επιτευχθεί πολιτική συμφωνία ως τη Δευτέρα; Πριν από λίγο ο κ. Ντάισελμπλουμ είπε ότι τεχνική συμφωνία μπορεί να επιτευχθεί, πολιτική συμφωνία όμως λίγο δύσκολο. Εσάς ποια είναι η θέση σας;
Πρωθυπουργός: Εάν επιτευχθεί τεχνική συμφωνία σημαίνει ότι έχει επιτευχθεί και πολιτική συμφωνία. Πιστέψτε με, έχω την αίσθηση ότι δεν είναι το πρόβλημα ότι δεν μπορούμε να βρούμε τεχνικές λύσεις ή ότι δεν υπάρχουν τεχνικοί δρόμοι. Το θέμα είναι κατεξοχήν πολιτικό κατά τη γνώμη μου. Και όλη αυτή η συζήτηση, αλλά και η σημερινή εξέλιξη σηματοδοτεί τη διάθεση για πολιτική συμφωνία.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρόεδρε, διαβάζω από τις δηλώσεις του κ. Γιουνκέρ ότι η Ελλάδα μπορεί να αντικαταστήσει το 30% του μνημονίου με μέτρα ισοδύναμης αξίας. Να εικάσω ότι το υπόλοιπο θα παραμείνει ως έχει; Θέλετε να γίνετε λίγο πιο συγκεκριμένος για αυτό το πρόγραμμα, πώς θα αξιολογείται, πώς θα το λέμε, θα υπάρχουν όντως ισοδύναμα κοστολογημένα πέραν αυτού του μνημονίου στο οποίο αναφέρθηκε ο κ. Γιουνκέρ;
Πρωθυπουργός: Ακούσατε από τον κ. Γιουνκέρ να λέει τη λέξη μνημόνιο; Άκουσα τις δηλώσεις του. Δεν άκουσα να αναφέρει τη λέξη «Memorandum». Το μνημόνιο, επαναλαμβάνω, δεν υπάρχει. Αυτό που υπάρχει είναι η ανάγκη να δούμε πώς θα καλύψουμε το έδαφος, πώς θα βρούμε κοινούς τόπους ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις του προγράμματος που ίσχυε μέχρι πρότινος και τυπικά ισχύει μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου και σε αυτό το πρόγραμμα-γέφυρα, όπως το ονομάσαμε, με βάση τις προτάσεις και τα πλάνα της νέας κυβέρνησης. Και νομίζω ότι δεν είναι θέμα αριθμητικό. Είναι θέμα ουσίας. Να δούμε πάνω σε ποια βάση μπορούμε να οικοδομήσουμε μια λύση που θα είναι και εποικοδομητική, και αποτελεσματική και μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα με ταχύτητα στην έξοδο από την κρίση.
Δημοσιογράφος: Το πρόγραμμα πώς θα αξιολογείται; Από ποιόν;
Πρωθυπουργός: Επαναλαμβάνω ότι η έννοια της τρόικας δεν υπάρχει πια. Δεν υπάρχει δηλαδή, και μέσα στη Σύνοδο αυτό ακούστηκε από τον ίδιο τον Ντάισελμπλουμ. Αυτό που γνωρίσαμε ως ένα οργανισμό χωρίς θεσμική νομιμοποίηση στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Εμείς λοιπόν θα επικοινωνούμε με τους θεσμικούς μας εταίρους. Η συμφωνία και η επικοινωνία μας θα γίνεται κατά κύριο λόγο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Και φυσικά, στο βαθμό που έχουμε δανειακές σχέσεις και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πρέπει να είμαστε σε μια διαρκή επικοινωνία προκειμένου να βρίσκουμε βιώσιμες και κοινά αποδεκτές λύσεις.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρόεδρε, παραλάβατε μια χώρα η οποία είχε ένα – ας το πω – ασφαλιστήριο συμβόλαιο με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που λήγει στο τέλος του Φεβρουαρίου. Με το πρόγραμμα-γέφυρα, πιστεύετε ότι αυτό το ασφαλιστήριο συμβόλαιο μπορεί να επεκταθεί και να είναι καλυμμένη η χώρα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα;
Πρωθυπουργός: Προφανώς, αυτό είναι το νόημα της συζήτησής μας. Αν δεν αποτελούσε ταυτόχρονα και ασφαλιστήριο συμβόλαιο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δε θα είχε νόημα να το συζητάμε. Όλο το αντικείμενο της διαβούλευσης, της διαπραγμάτευσης, της συμφωνίας, είναι να μπορέσουμε να έχουμε τη μετάβαση με τα νώτα μας καλυμμένα. Να μπορούμε λοιπόν σε ευρωπαϊκό επίπεδο να διεκδικούμε με ασφάλεια. Αυτός είναι ο στόχος μας, αυτός είναι ο πυρήνας της πολιτικής μας.
Δημοσιογράφος: Θα ήθελα να μάθω, κ. Τσίπρα, τι είδους πρόγραμμα έχετε κατά νου, σκάφτεστε ένα προληπτικό πρόγραμμα, ένα πλήρες πρόγραμμα και για πόσο διάστημα θα θέλατε να διαρκέσει – έξι μήνες ή εξετάζετε άλλες επιλογές; Επίσης, θα ήθελα να κάνω μια πιο πολιτική ερώτηση. Θα μπορούσατε να μας δώσετε μια «γεύση» από τις συζητήσεις, λ.χ. με τον κ. Ραχόι;
Πρωθυπουργός: Ναι, ο κ. Ραχόι ήταν λίγο ανήσυχος στη Σύνοδο Κορυφής σε ό,τι αφορά το θέμα της Ελλάδας. Εντούτοις πιστεύω ότι κάνει λάθος και θα ήθελα να του το εξηγήσω και προσωπικά αν μου δοθεί η ευκαιρία. Δεν δικαιούται κανείς να εξωτερικεύει μια εσωτερική πολιτική ανησυχία που αφορά τις εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες διακινδυνεύοντας το κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον. Άλλωστε δεν υπάρχει περίπτωση να λύσει κανείς τα εσωτερικά του προβλήματα βλέποντας σε άλλες χώρες. Τα εσωτερικά του προβλήματα θα τα λύσει αν ακολουθήσει πολιτικές που γίνονται αποδεκτές από τους πολίτες της χώρας του ο καθένας ηγέτης. Σε ό,τι αφορά το πρώτο σκέλος του ερωτήματός σας, να σας πω ότι εμείς συζητάμε για τη δυνατότητα να συμφωνήσουμε με τους εταίρους μας ένα πρόγραμμα-γέφυρα, το οποίο θα μας οδηγήσει σε μια συμφωνία, σε ένα νέο συμβόλαιο – κοινωνικό συμβόλαιο, όπως το λέμε – με τους εταίρους μας, μετά από ένα εξάμηνο. Ένα συμβόλαιο για την ανάπτυξη, για την αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής, για την έξοδο από την κρίση. Στο συμβόλαιο αυτό προφανώς θα συμπεριλαμβάνονται οι δεσμεύσεις μας για πρωτογενώς ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, για τη συνέχεια των μεταρρυθμίσεων. Αλλά, είναι προφανές ότι θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται και μια τεχνική λύση για την απομείωση του χρέους, ώστε η χώρα να έχει δημοσιονομικό περιθώριο προκειμένου να μπορέσει να επιστρέψει στην ανάπτυξη.
Δημοσιογράφος: Αυτό το νέο κοινωνικό συμβόλαιο, όπως το είπατε, θα το θέσετε σε δημοψήφισμα ή θα επιλέξετε την κοινοβουλευτική οδό; Και γιατί χρησιμοποιείτε τον όρο απομείωση του χρέους και όχι διαγραφή που χρησιμοποιούσατε μέχρι τώρα;
Πρωθυπουργός: Όποιον όρο κι αν χρησιμοποιήσει κανείς, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει δημοσιονομικό χώρο, περιθώριο. Δεν μπορεί να βγει από την κρίση με τη διαρκή υποχρέωση να έχει τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα, ανέφικτα και ανεδαφικά, ύψους 4,5%. Δηλαδή να στύβει την οικονομία της προκειμένου να αποπληρώνει ένα χρέος το οποίο διαρκώς μεγεθύνεται. Αυτή είναι η ουσία. Τώρα, σε σχέση με το ερώτημά σας, η μόνη μας δύναμη είναι η εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού. Εμείς αισθανόμαστε ότι αυτή την εμπιστοσύνη την έχουμε και με το παραπάνω αυτή τη στιγμή. Αυτό αν θέλετε, αποτυπώνεται στις πρωτοφανείς εκδηλώσεις συμπαράστασης στην ελληνική κυβέρνηση τις τελευταίες ημέρες και στην προσπάθειά μας – κάτι το οποίο δεν ξέρω αν έχει ξανασυμβεί στη χώρα μας – και σηματοδοτεί και μια πολύ ουσιαστική μετατόπιση. Πριν από πέντε χρόνια, ο κόσμος ήταν στους δρόμους και στις πλατείες με διάθεση να καταγγείλει και να καταδικάσει τις κυβερνητικές επιλογές, Και είχαμε και γεγονότα βίας έξω από το ελληνικό Κοινοβούλιο. Σήμερα, πέντε χρόνια μετά, έχουμε περάσει σε μια τελείως διαφορετική πολιτική κατάσταση, μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα. Έχουμε τον ίδιο κόσμο, τον ίδιο λαό να διαδηλώνει όχι ενάντια στην κυβέρνησή του αλλά για να ισχυροποιήσει τη θέληση της κυβέρνησής του να διεκδικήσει την αξιοπρέπειά της. Όχι με πράξεις βίας, ειρηνικά, και όχι με διάθεση αντιευρωπαϊκή – εγώ θα έλεγα – αλλά με φιλοευρωπαϊκή διάθεση. Υπό αυτή την έννοια, εγώ θέλω να σας πω ότι εμείς διαρκώς θα έχουμε στο νου μας την έγκριση του λαού στις επιλογές μας και πιστεύω ότι δεν τίθεται προς ώρας ερώτημα για το αν την έχουμε αυτή την έγκριση και την εμπιστοσύνη ή όχι.
Δημοσιογράφος: Σχετικά με τις σχέσεις σας με το βόρειο γείτονά σας, θα ήθελα να ρωτήσω αν σχεδιάζετε να κάνετε βήματα για να ξεμπλοκάρετε την έναρξη των διαπραγματεύσεων με τη γειτονική σας χώρας και αν όχι, σχεδιάζετε να προχωρήσετε σχετικά με το ζήτημα της ονομασίας, σχεδιάζετε να κάνετε βήματα προς τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών που είναι σήμερα σε μάλλον κακή κατάσταση;
Πρωθυπουργός: Η διάθεσή μας είναι να έχουμε ουσιαστικές σχέσεις εποικοδομητικής συνεργασίας με όλους τους γείτονές μας και σε αυτή την κατεύθυνση θα κινηθούμε, έχοντας στο μυαλό μας ότι τις όποιες διαφορές μας πρέπει να τις επιλύουμε πάντα με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και μέσα στο πλαίσιο που ορίζουν οι δυνατότητες διαλόγου στα πλαίσια του οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Το ίδιο θα κάνουμε και σε ό,τι αφορά τους γείτονές μας και τις διαφορές που έχουμε και πιστεύουμε ότι πρέπει να επιλυθούν, σε ό,τι αφορά τους γείτονές μας της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Αυτή είναι μια πάγια θέση που έχουμε και δε θα την αλλάξουμε.
Δημοσιογράφος: Θα μας πείτε αν ισχύει η πληροφορία που υπάρχει από χθες το βράδυ ότι με δική σας παρέμβαση δεν υπεγράφη αυτό το σχέδιο κοινού ανακοινωθέντος που είχε ετοιμαστεί στο έκτακτο Eurogroup;
Πρωθυπουργός: Η κυβέρνηση λειτουργεί συλλογικά και πρέπει να σας πω ότι ήμουν διαρκώς σε ενημέρωση, τόσο από τον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης όσο και από τον Υπουργό Οικονομικών και την απόφαση τη λάβαμε συλλογικά. Δεν ισχύει λοιπόν η πληροφορία ότι είχαμε διαφωνίες ή ότι είχαμε αντικρουόμενες εισηγήσεις. Ήταν κοινή η απόφαση μας και συμπέσαμε και οι τρεις σε αυτή τη στάση.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρόεδρε, κάποιοι από τους εταίρους σας κατηγορούν ότι στο χθεσινό Eurogroup δεν παρουσιάσατε κάποια γραπτή κοστολογημένη πρόταση. Τέτοια πρόταση θα υπάρχει στο Eurogroup της Δευτέρας;
Πρωθυπουργός: Δε θα συμφωνήσω με αυτή την εκτίμηση. Υπήρξε μια ουσιαστικότατη και τεκμηριωμένη πρόταση για το πώς η χώρα μπορεί να προχωρήσει σε ουσιαστικά βήματα για την έξοδο από την κρίση. Αντιλαμβάνεστε βέβαια ότι θα μας δοθεί η δυνατότητα στις τέσσερεις μέρες που ακολουθούν ώστε να υπάρξουν προφανώς πιο εξειδικευμένες τεχνικές προσεγγίσεις, Νομίζω όμως ότι η χθεσινή παρουσίαση από τον Υπουργό Οικονομικών της πρότασής μας στο Eurogroup ήταν άρτια και καθόλα τεκμηριωμένη. Σε τελική ανάλυση, εγώ θα έλεγα, ότι αυτοί οι οποίοι διαρρέουν τέτοιες εντυπώσεις, να μας πουν ποια είναι η δική τους πρόταση για το πώς η Ελλάδα θα βγει από την κρίση. Για να είμαστε και λίγο σοβαροί. Μετά από τεσσεράμισι χρόνια εφαρμογής ενός προγράμματος που απέτυχε, πρέπει να ακούσουμε κι από αυτούς ποια είναι η πρότασή τους για το πώς η Ελλάδα θα επιστρέψει στην ανάπτυξη παραμένοντας στην ευρωζώνη. Δεν ερχόμαστε σε αυτές τις διαβουλεύσεις ως μαθητές που θα τους εξετάσουν οι δάσκαλοι, ερχόμαστε ως ισότιμοι εταίροι. Καταθέτουμε προτάσεις και ακούμε και προτάσεις.
Εκτύπωση e-mail