Τσιμέντο σε περιοχές "Νatura 2000", μέρος β': Αμμουδαράκι Μήλου
Κρούσματα υποβάθμισης του φυσικού πλούτου των νησιών μας στον βωμό της τουριστικής ανάπτυξης απαντούμε σε περισσότερες περιοχές της χώρας. Σε προηγούμενη δημοσίευσή μας είχαμε αναφερθεί στην τσιμεντοποίηση του παρθένου βιοτόπου του Ερημίτη Κέρκυρας και της Λιμνοθάλασσας Κορισσίων, εντεταγμένου στο ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευομένων περιοχών Natura 2000, προκειμένου να κατασκευαστεί –με επιστράτευση ισχυρής αστυνομικής δύναμης- ξενοδοχειακό συγκρότημα.
Ανάλογη τύχη όμως επιφυλάχθηκε με βάση τη νομοθεσία για τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα και στην περιοχή «Αμμουδαράκι» της Μήλου. Πρόκειται για έκταση συνολικού εμβαδού 472,5 στρεμμάτων, εκ των οποίων: α) 223 στρέμματα αποτελούν δασική έκταση β) 17,2 στρέμματα αποτελούν ζώνη αιγιαλού – πρόκειται για μία «παρθένα» παραλία με ξανθιά άμμο γ) σε τμήμα της έκτασης έχει κηρυχθεί ήδη από το 1998 Ζώνη Α' Προστασίας αρχαιολογικού χώρου, καθώς έχουν εντοπιστεί κατάλοιπα εγκαταστάσεων της εποχής του Πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού, όπως επίσης και κτήριο των πρωτοβυζαντινών και βυζαντινών χρόνων, καθώς και κυκλικός κλίβανος της ίδιας περιόδου. Αρχαιολογικού ενδιαφέροντος θεωρείται επιπλέον και η παρακείμενη θαλάσσια έκταση. Η περιοχή αποτελεί επίσης βιότοπο για την προστατευόμενη και παγκοσμίως απειλούμενη με εξαφάνιση οχιά της Μήλου, η οποία αποτελεί ενδημικό είδος της περιοχής. Ολόκληρη η έκταση έχει ενταχθεί, τέλος, στο δίκτυο «Natura 2000» - γεγονός που είναι αμφίβολο αν συμβάλλει στην προστασία της ή προσκαλεί το κράτος να την καταπατήσει κατά σύστημα.
Τι σχεδιάζεται στην περιοχή: Σύμφωνα με τους όρους της Αποφάσεως Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων που περιέχονται στην Κοινή Υπουργική Απόφαση 23233/649/2014 των Υπουργών Περιβάλλοντος και Τουρισμού, όπως αυτή δημοσιεύθηκε στην «Διαύγεια», πρόκειται να κατασκευαστεί σύνθετο τουριστικό κατάλυμα καθώς και υποστηρικτικά έργα αυτού σε έκταση 249,5 στρεμμάτων. Από την περιοχή των έργων εξαιρείται η περιοχή του αρχαιολογικού χώρου, πλην όμως όχι αμετάκλητα, καθώς, όπως ρητά αναφέρεται στην ΑΕΠΟ, πρόβλεπεται «από τα αποτελέσματα των ανασκαφών να εξαρτηθεί η δυνατότητα χωροθέτησης εγκαταστάσεων στις περιοχές αυτές». Σε περίπτωση δε τελέσεως έργων στο θαλάσσιο χώρο, οι υπεύθυνοι υποχρεούνται να ενημερώσουν νωρίτερα την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων.
Επί της επιφάνειας των 249,5 στρεμμάτων, η επιτρεπόμενη δόμηση υπολογίζεται, με ανώτατο επιτρεπόμενο συντελεστή δόμησης 0,075 και επιτρεπόμενο συντελεστή κάλυψης 0,05, περίπου στα 18.775 τ.μ. Η μέγιστη επιτρεπόμενη πυκνότητα κλινών του ξενοδοχειακού συγκροτήματος ορίζεται σε μία κλίνη ανά στρέμμα.
Παράλληλα με το ξενοδοχειακό συγκρότημα, προβλέπεται διακριτό τμήμα της έκτασης για την κατασκευή τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών προς μεταβίβαση ή μακροχρόνια μίσθωση, οι οποίες δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 40% της συνολικής δομούμενης επιφάνειας του σύνθετου τουριστικού καταλύματος.
Στην περιοχή των έργων προβλέπεται ακόμη να λειτουργήσουν, παράλληλα με τα παραπάνω, και κέντρο αναζωογόνησης (spa) αλλά και ποικίλα υποστηρικτικά έργα, όπως εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων, αλλά και εσωτερικό οδικό δίκτυο, χώροι στάθμευσης, γήπεδα και πισίνες.
Σημειωτέον ότι η περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου, κατ' εφαρμογή της ΚΥΑ αριθμ. οικ. 48963 και ιδιαίτερα του άρθρου 4 Παράρτημα Α' παρ. 9.1 (ΦΕΚ Β' 2703) δεν λαμβάνει υπ' όψιν κατά το στάδιο της σύνταξής της τους τίτλους ιδιοκτησίας της υπό εξέταση επένδυσης επί της κρινομένης επιφάνειας.
Όπως προκύπτει από μία απλή ανάγνωση των παραπάνω στοιχείων, πρόκειται για μία σημαντική αλλοίωση στο τοπίο, στην οικολογική ισορροπία της περιοχής αλλά και στην ιστορική και αρχαιολογική της ταυτότητα. Δεν είναι όμως παρά μόλις ένα από τα πολλά παραδείγματα σύγκρουσης επιχειρηματικότητας και προστασίας του περιβάλλοντος, που θα πρέπει να πυροδοτήσουν μία σοβαρή συζήτηση για τα όρια τους.
Περισσότερα στο www.dikaiopolis.gr